Dow Jones Industrial Average
O , επίσης γνωστός και ως δείκτης Dow Jones, συγκλόνισε με τις αλλαγές του το καλοκαίρι του 2020. Ο προμηθευτής πληροφορικής και λογισμικού Salesforce (CRM) αντικαταστάθηκε από τον πετρελαϊκό γίγαντα Exxon Mobil (XOM). O ηγέτης της βιοτεχνολογίας Amgen (AMGN) πήρε τη θέση της φαρμακευτικής Pfizer (PFE). H Honeywell (HON), ένας βιομηχανικός κατασκευαστής , άλλαξε με τη Raytheon Technologies (RTX), έναν κατασκευαστή / εργολάβο όπλων.
Αυτές οι αλλαγές έγιναν λίγο μετά το split της μεγαλύτερης, σε όρους κεφαλαιοποίησης, εταιρείας Apple με όρους 4 προς 1, το οποίο μείωσε την τιμή της μετοχής κατά 75%. Επειδή ο δείκτης Dow Jones είναι ένας δείκτης με βαρύτητα τιμής. Η Apple μετά το split της μετοχής της είχε λιγότερη βαρύτητα στο δείκτη. Για να κρατήσουμε σταθερή λοιπόν τη βαρύτητα του τεχνολογικού κλάδου στον δείκτη, έπρεπε να συμβούν κάποιες μετατροπές.
Τέτοιου τύπου αλλαγές στη διάρθρωση του δείκτη Dow Jones είναι κάτι που σπάνια συμβαίνει. Τι σημαίνουν λοιπόν αυτές οι αλλαγές για τους επενδυτές;
Μια σύντομη ιστορία του δείκτη Dow Jones.
Το 1884, οι Charles Dow και Edward Jones, συνιδρυτές του Wall Street Journal, δημιούργησαν τον πρώτο χρηματιστηριακό δείκτη της Αμερικής, τον Dow Jones Railroad Average. Αυτός περιελάμβανε τις μεγαλύτερες σιδηροδρομικές εταιρείες για να μετρήσει τον οικονομικό τους αντίκτυπο. Εξαιτίας της περιορισμένης διασημότητας του δείκτη, οι Dow και Jones δημιούργησαν τον Dow Jones Industrial Average το 1896, γνωστό μέχρι και σήμερα ως δείκτης Dow. Αποτελούνταν από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές εταιρείες της Αμερικής που είχαν μονοπώλιο στους αντίστοιχους βιομηχανικούς τομείς: ζάχαρη, καπνός, πετρέλαιο και καουτσούκ.
Η σημερινή μορφή του δείκτη Dow είναι αποτέλεσμα αλλαγών που έγιναν τον 20ο αιώνα. Το 1916 οι μετοχές απο 12 έγιναν 20 και το 1928 κατέληξαν στις 30 της σημερινής μορφής. Για το πρώτο μισό του 20ου αιώνα στον Dow υπήρχαν μόνο βιομηχανικές μετοχές. Αυτό άλλαξε στο δεύτερο μισό με την είσοδο των Mcdonald’s (MCD) και Coca Cola (KO) τη δεκαετία του 1980. με τις Disney (DIS) Walmart (WMT) και Microsoft (MSFT) να ακολουθούν τη δεκαετία του ‘90.
Γιατί εταιρείες μπαίνουν και βγαίνουν από τον δείκτη.
Οι δείκτες SNP DOW JONES, ένας από του μεγαλύτερους προμηθευτές δεικτών, δεν έχει δημιουργήσει απαράβατους κανόνες όσον αφορά τις μετοχές που πρέπει να απαρτίζουν το δείκτη. Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποιες γενικές οδηγίες:
Ο πρώτος κανόνας είναι ότι τα μέλη πρέπει να εκπροσωπούν ευρέως τόσο την αμερικάνικη οικονομία, όσο και την χρηματιστηριακή αγορά. Σαν αποτέλεσμα ο δείκτης σήμερα προσπαθεί να εκπροσωπεί εξίσου τομείς της αμερικανικής οικονομίας. Τομείς όπως η τεχνολογία, η υγεία, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, το λιανεμπόριο, η ενέργεια και οι κατασκευαστικές εταιρείες. Παρά το όνομά του λοιπόν ο δείκτης δεν εστιάζει πλέον στη βιομηχανία.
Η δεύτερη οδηγία είναι ότι οι εταιρείες πρέπει να εκπροσωπούν πρόσφατες οικονομικές τάσεις. Για παράδειγμα, καθώς οι τεχνολογικές εταιρείες κέρδισαν επιρροή στην αμερικανική οικονομία τα τελευταία 20 χρόνια, πολλές δέχτηκαν πρόσκληση από τον δείκτη Dow για να προστεθούν. Αρχικά είχαμε την πρόσθεση της Intel (INTC) το 1999, της Cisco Systems (CSCO) το 2009 και της Apple (APPL) το 2015.
Κι αυτές είναι όλες. Είναι δύσκολο να βρει κάποιος άλλη τάση για το λόγο που εταιρείες εισέρχονται ή βγαίνουν από τον δείκτη, ιδίως όταν κάποια έχει ακολουθήσει και τις 2 οδούς. Η Chevron (CVRX) ήταν από το 1930 – 99 και ξαναμπήκε το 2008, όπου και παραμένει. Η Honeywell βγήκε το 2008 και την πρόσθεσαν ξανά μόλις πρόσφατα.
Παρόλο που είναι ο πιο ιστορικός δείκτης, ελάχιστοι πλέον τον χρησιμοποιούν σαν δείκτη αναφοράς για τη γενική αγορά της Αμερικής.
Αρχικά είναι ένας τιμοβαρής δείκτης. Ένας τιμοβαρής δείκτης παίρνει τον μέσο όρο όλων των τιμών. Για παράδειγμα, υπήρχαν μόνο 12 μετοχές όταν ο Dow ξεκίνησε, οπότε ο μέσος όρος ήταν το άθροισμα όλων των μετοχών δια 12. Μιας και ο Dow πλέον περιλαμβάνει 30 μετοχές εύλογο θα ήταν να θεωρήσουμε ότι είναι το άθροισμα όλων δια 30. Όμως διάφορα splits, spin offs και άλλες εταιρικές ενέργειες αλλάζουν τα μαθηματικά πίσω από τους υπολογισμούς. Αντί αυτού, το άθροισμα των 30 τιμών διαιρείται από τον Dow Divisor και υπολογίζεται από το Wall Street Journal!
Η βαρύτητα στην τιμή βάζει την τιμή της μετοχής σε προτεραιότητα. Είναι ένας δείκτης αρμπιτράζ για την απόδοση της μετοχής τη στιγμή που σε σχέση με την τιμή μιας άλλης μετοχής δεν μας λέει κάτι. Ένας πιο ακριβής τρόπος για να μετρήσουμε την βαρύτητα μιας μετοχής σε ένα δείκτη είναι βάσει κεφαλαιοποίησης. Πολύ απλά δηλαδή να πολλαπλασιάσουμε την τιμή με το σύνολο των μετοχών για να βρούμε την αξία της εταιρείας. Πολλοί αμερικανικοί δείκτες, με πιο γνωστό τον SnP 500, δίνουν βαρύτητα στις μετοχές βάσει της αξίας και όχι της τιμής.
Επίσης, η διαδικασία όσον αφορά την επιλογή των μετοχών στον δείκτη δεν είναι ακριβής. Όπως αναφέραμε, επειδή το split στην μετοχή της Apple μείωσε την βαρύτητα της τεχνολογίας στο δείκτη, αποφασίστηκε να προστεθεί μια άλλη τεχνολογική μετοχή η Salesforce. Την ίδια στιγμή όμως μετοχές σαν την Amazon ή τη Google αντιπροσωπεύουν καλύτερα την αμερικάνικη οικονομία. Παρόλα αυτά, λόγω των υψηλών τιμών τους θα έδιναν στην τεχνολογία μεγαλύτερη βαρύτητα από το επιθυμητό επίπεδο.
Τελευταίο μειονέκτημα, αν και ίσως το πιο σημαντικό, είναι ότι προσπαθεί να εκπροσωπήσει την αμερικάνικη οικονομία και χρηματαγορά με τη συμμετοχή μόλις 30 μετοχών. Ο SnP αντικειμενικά κάνει πολύ καλύτερη δουλειά με 500 μετοχές.
Με λίγα λόγια, παρά τη μεγάλη και μακρά ιστορία του δείκτη Dow, οι επενδυτές δεν θα έπρεπε να δίνουν και τόση μεγάλη σημασία στο γεγονός τουλάχιστον της αντιπροσωπευτικότητας της αμερικανικής οικονομίας. Άλλοι δείκτες με βαρύτητα στην κεφαλαιοποίηση αποτελούν καλύτερα εργαλεία για να βασίσετε τις επενδυτικές σας αποφάσεις.